Παιχνίδια χωρίς σύνορα: Ο Διαγωνισμός που κάποτε ένωνε όλη την Ευρώπη
Υπάρχουν κάποια πράγματα που έκανα όταν ήμουν παιδί, τα οποία δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ. Ένα από αυτά ήταν το να τρώω σουβλάκια και να παρακολουθώ τα «Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα».
Είμαι σίγουρος πως υπάρχουν πολλοί που δεν τα πρόλαβαν ή που απλώς δεν τα θυμούνται, οπότε, θα κάνω μια
μικρή περιγραφή για να σας βάλω στο κλίμα. Τα «Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα» ήταν ένας διαγωνισμός στον οποίο λάμβαναν μέρος νέοι απ’ όλη την Ευρώπη, οι οποίοι, διαγωνίζονταν σε πρωτότυπα παιχνίδια και δοκιμασίες που συνήθως είχαν να κάνουν με την ιστορία της εκάστοτε διοργανώτριας χώρας.Η ιδέα ήταν του Στρατηγού Σαρλ ντε Γκωλ και είχε ως σκοπό την συμφιλίωση των νέων της μεταπολεμικής Ευρώπης. Ουσιαστικά, επρόκειτο για μια διοργάνωση που είχε, κατά κάποιο τρόπο, διπλωματικούς σκοπούς. Ένα είδος αθλητικής Eurovision. O πρώτος διαγωνισμός διεξήχθη το 1965 με τη συμμετοχή μόλις τεσσάρων χωρών (Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία), όμως, μέσα στα επόμενα χρόνια από αυτόν πέρασαν ομάδες από είκοσι διαφορετικές χώρες.
Η πρώτη περίοδος του τηλεοπτικού αυτού σόου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ραδιοτηλεόρασης, που ήταν ευρύτερα γνωστό με τον τίτλο «Jeux Sans Frontières», έληξε το 1983. Οι λόγοι διακοπής του ήταν κυρίως οικονομικοί. Αξίζει να σημειωθεί πως η εν λόγω εκπομπή είχε τρομερή πανευρωπαϊκή επιτυχία, με αποκορύφωμα τον διαγωνισμό του 1980 τον οποίο και παρακολούθησαν περίπου 110.000.000 τηλεθεατές.
Το 1988 όμως, κι έπειτα από προσπάθειες ενός Ιταλού παρουσιαστή της τηλεόρασης ονόματι Ettore Andenna, τα «Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα» έκαναν το μεγάλο comebak. Πέντε χρόνια αργότερα, είχαμε την πρώτη Ελληνική συμμετοχή κι έκτοτε, ως σωστοί «φραπεδέμπορες» που είμαστε, μπαίναμε δυναμικά στις τελευταίες θέσεις της εκάστοτε κατάταξης. Μόλις τρεις φορές είχαμε καταφέρει να πάρουμε πρωτιά -ποτέ όμως σε τελικό- με τους τοπικούς παράγοντες των πόλεων που κέρδισαν να δίνουν πόνο με δηλώσεις τύπου «πήραμε το παγκόσμιο». Δεν θα ξεχάσω τις χαζές στολές των συμμετεχόντων, τα δραματικά κι εθνικόφρονα σπικάζ της Δάφνης Μπόκοτα (1993-1997) και φυσικά, τον υπέροχο διαιτητή των παιχνιδιών -και πρώην ακροβάτη- Denis Pettiaux, με το καθιερωμένο «Attention, Prêts» πριν από κάθε δοκιμασία. Τα παιχνίδια ήταν πάντα τέλεια και νομίζω πως ήταν αρκετά δύσκολα. Ήταν κάτι σαν την ευρωπαϊκή εκδοχή του «American Gladiators» με λίγο «Κάστρο του Τακέσι». Φυσικά, σαν παραγωγή, ήταν προγενέστερη κι απ΄ τα δύο.
Όπως είναι φυσικό, η χώρα μας φιλοξένησε τα «Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα» αρκετές φορές. Μην ξεχνάμε πως μιλάμε για τα ανέμελα ’90’s που τα πάντα ήταν δυνατά. Μαρούσι, Πόρος και Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου αποτελούν κάποια από τα spots που στήθηκε η συγκεκριμένη διοργάνωση. Αξίζει να σημειωθεί πως επρόκειτο για μια πανάκριβη παραγωγή που κόστιζε πολλά εκατομμύρια ευρώ (τότε δραχμές) στα κανάλια που συμμετείχαν. Αυτό δεν είναι καθόλου περίεργο αν αναλογιστεί κανείς τα εντυπωσιακά σκηνικά που στηνόντουσαν αλλά και τους εκατοντάδες ανθρώπους που δούλευαν σε αυτή.
Αυτό το «αγκάθι» έμελλε να αποβεί μοιραίο για την αγαπημένη μας -πλέον cult- εκπομπή κι έτσι, έπειτα από τα παιχνίδια του 1999 που έγιναν στην Ιταλία, η Ευρωπαϊκή Ένωση Ραδιοτηλεόρασης αποφάσισε να τα «κόψει» απογοητεύοντας τους εκατομμύρια fans τους. Η νέα τηλεοπτική τάξη πραγμάτων δεν επέτρεπε τη διεξαγωγή τέτοιων, φαντασμαγορικών μεν, πανάκριβων δε, σόου. Για να πω την αλήθεια, αν τα «Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα» επέστρεφαν σήμερα, δεν ξέρω αν θα τα παρακολουθούσα. Όσο και να με θλίβει το γεγονός ότι πρωτότυπες φάσεις σαν αυτή πλέον δεν χαίρουν αποδοχής, δεν ξέρω αν ένα τέτοιο θέαμα θα με «τραβούσε».
Βέβαια, μπορεί αυτό να το λέω επειδή το έχω ταυτίσει με το παρελθόν και τα παιδικά μου χρόνια. Δεν ξέρω. Δεν είναι κακό όμως να κρατάς πράγματα στη μνήμη σου ως καλές αναμνήσεις αποφεύγοντας αποτυχημένες -και λυπηρές- προσπάθειες «ανάστασης» ενός τρόπου διασκέδασης που έχει πεθάνει προ πολλού. Δεν θα ξεχάσω ποτέ λοιπόν εκείνες τις βραδιές με τα σουβλάκια και τα «Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα» στο μπαλκόνι του παλιού μας σπιτιού. Όταν όλα ήταν πιο απλά, οι 80’s στολές των ομάδων ήταν ακόμη relevant, η Μπόκοτα έδινε πόνο και ο «μουστάκιας» με τη σφυρίχτρα, ο οποίος αυτή τη στιγμή είναι σίγουρα ο «άρχοντας» κάποιου Βελγικού καφενείου, έδινε το σύνθημα για την έναρξη κάποιου θεότρελου γύρου. Πολύ πιο αθώες εποχές, καθόλου άσχημη φάση.
Πηγή: .vice.com/gr